ανέκδοτα
Ο Γιωρίκας λέει "Άκουσες τα νέα; - Ο Μπόμπος είναι νεκρός!" " Αλήθεια; Τι έπαθε;" " Ήταν καθ’ οδόν για το σπίτι μου τις προάλλες και μόλις έφτασε δεν μπόρεσε να φρενάρει σωστά και ΜΠΑΜ, βρίσκει στο πεζοδρόμιο, το αυτοκίνητο κάνει τούμπες στον αέρα και καρφώνεται στον φωταγωγό του σπιτιού μου . - Εκείνος τινάζεται στον αέρα και περνάει μέσα από το παράθυρο του πάνω υπνοδωματίου μου." "Τι φριχτός θάνατος!" "Όχι όχι, επέζησε, δεν τον σκότωσε αυτό. Προσγειώνεται λοιπόν στο πάνω υπνοδωμάτιό μου καλυμμένος με θραύσματα γυαλιού στο πάτωμα. Τότε, βλέπει το παλιό κομοδίνο-αντίκα που έχω στο δωμάτιο, απλώνει να πιάσει το χερούλι για να στηριχθεί και στην προσπάθειά του, ΜΠΑΜ, το τεράστιο κομοδίνο πέφτει επάνω του, συντρίβοντάς τα περισσότερα κόκαλά του "Τι φριχτό και αποτρόπαιο τέλος!" "Όχι όχι, επέζησε. Κατάφερε να μετακινήσει το κομοδίνο από πάνω του και να συρθεί μέχρι το διάδρομο, να στηριχτεί στα κάγκελα της εσωτερικής σκάλας που υπό το βάρος του όμως έσπασαν με αποτέλεσμα να πέσει έναν όροφο. Κι ενώ βρισκόταν στον αέρα, τα κάγκελα πέφτουν παράλληλα, καρφώνοντάς τον στο παρκέ." "Τι φρίκη! Κρίμα να χαθεί με τέτοιο τρόπο!" "Όχι όχι, ούτε αυτό τον σκότωσε. Ενώ βρίσκεται στο ισόγειο, δίπλα στην κουζίνα, καταφέρνει να ξεκολλήσει από το πάτωμα, να συρθεί μέχρι την κουζίνα, και να στηριχθεί στην ηλεκτρική κουζίνα, αλλά στην προσπάθειά του πιάνει την κατσαρόλα που είναι γεμάτη με βραστό νερό, χύνεται πάνω του καίγοντας σχεδόν όλη του την επιδερμίδα." "Θεέ μου, τι φριχτός θάνατος!" "Όχι όχι, επέζησε κι από αυτό ακόμα! Είναι ξαπλωμένος στο πάτωμα, καλυμμένος με καυτό νερό και προσπαθεί να πιάσει το τηλέφωνο για να σηκωθεί, να ζητήσει βοήθεια αλλά κατά λάθος πιάνει το διακόπτη του ηλεκτρικού, τον βγάζει από το τοίχο, κάπου το νερό και το ρεύμα δε συνδυάζονται και ΜΠΟΥΜ, 10.000 βολτ τον διαπερνούν!" "Σκέτη φρίκη να πεθάνεις έτσι!" "Όχι όχι, επέζησε, μετά..." "Για μια στιγμή, πως στο καλό πέθανε;" "Τον πυροβόλησα!" "Τον πυροβόλησες; Γιατί το έκανες αυτό;" "Κατέστρεφε το σπίτι μου."